- άχι
- 1. επιφ. см. άχ;2. (τό ) ахи, охи;
τ'άχι και τ'άχι — ахи да охи
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
τ'άχι και τ'άχι — ахи да охи
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
άχι — ἄχι και άχει, το (άκλιτο) (Α) χλόη, γρασίδι. [ΕΤΥΜΟΛ. Δάνεια λ., αιγυπτιακής προελεύσεως] … Dictionary of Greek
Dactylic hexameter — (also known as heroic hexameter ) is a form of meter in poetry or a rhythmic scheme. It is traditionally associated with the quantitative meter of classical epic poetry in both Greek and Latin, and was consequently considered to be the Grand… … Wikipedia
αχ — και άχου και αχού και άχι επιφώνημα με το οποίο εκφράζεται: 1) πόνος, λύπη («Αχ, πώς πονώ», «Αχ, ο δύστυχος») 2) οργή, αγανάκτηση («Αχ, τον παλιάνθρωπο», «Αχ, και να σε πιάσω») 3) σφοδρή επιθυμία («Αχ, να μπορούσα») 4) ευχαρίστηση, ικανοποίηση… … Dictionary of Greek
κοντόρ(ρ)αχο — και κοντορ(ρ)άχι, το χαμηλή ράχη βουνού. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοντ(ο) * + (ρ)ραχο (< ράχη)] … Dictionary of Greek
ԼՕՌԱՄԱՐԳՔ — ( ) NBH 1 0909 Chronological Sequence: Early classical, 13c գ. մարգագետին, ուր յաճախեալ իցէ լօռ վասն խոնաւութեան տեղւոյն. յն. ըստ եբր. ա՛խի. ἅχι. *յամենայն ամուրս եղեգան, եւ պրտուոյ, եւ ʼի լօռամարգս, ամենայն կանչ՝ որ շուրջ զգետովն. Ես. ՟Ժ՟Թ. 6.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
αχ! — και άχου! και αχού! και αχί! 1. επιφώνημα πόνου ή λύπης: Αχ! κακό που μας βρήκε. 2. σπν. ως επιφώνημα χαράς ή πόθου: Αχ! πόσο χάρηκα που ήρθες. 3. ως ουσ. με το άρθρο, το αχ!, ο πόνος: Τον έφαγε το αχ! και το βαχ! … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)